ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΣ ΕΛΛΗΝΑΣ ΚΑΙ ΠΑΤΡΙΩΤΗΣ

Γ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ.

Ένας από τους ελάχιστους εναπομείναντες Έλληνες της Τασκένδης γεννημένους στην Ελλάδα, στα 80 του χρόνια συνεχίζει να τραγουδάει σε κάθε του βήμα και να φιλοσοφεί τη ζωή σε κάθε ευκαιρία! Καθώς πίνει τον καφέ του σηκώνεται κάνει μια γυροβολιά κι αρχίζει το τραγούδι: «ετσι μ’ αρέσει, έτσι μ’ αρέσει, έτσι μ’ αρέσει να γλεντάω τη ζωή».

Για τούς ντόπιους είναι ήδη γνωστό για ποιόν μιλάω, όμως για κάποιους καινούργιους θα σας τον συστήσω. Το Ατομικό Δελτίο του γραφει: Γιωργος Μιχαηλιδης του Τιμοθεου γεννηθεις το 1940 στην Νώτη Νομού Πέλλας.

Δεν είναι τυχαίο που αρχίζουμε το κεφάλαιο « Συναντήσεις με Ενδιαφέροντα Πρόσωπα » με τον κυρ-Γιώργο. Δεν είναι μόνο το γεγονος οτι ειναι ενα απο τους 6-7 ελληνες πρωτης γενιας αλλα και ο,τι αποτελει ενα απο τα πιο ενεργα μελη της Κοινοτητας παντα παρων στις συναξεις και στις γιορτες και παντα με μια γνωμη την οποιαν αξιζει να δωσεις προσοχη!

Βρεθηκαμε στο σπιτι του στο μαχαλλα στην περιοχη ναζαρμπαεβ κοντα στο Ακ-τεπε. Ενα σπιτι με πολλα δωματια στο οποιο τις καλες εποχες εμεναν 11 ατομα. Στο κεντρο αυλη με τα παραδοσιακα φρουτοδενδρα μια μεγαλη συκια, κερασια, βερυκοκια, λιγα σταφυλια και φραουλες!!

Το πιο εντυπωσιακο ειναι βεβαια το εσωτερικο του σπιτιου. Πεντακαθαρο, με μια ταξη και ευπρεπεια παντου! Ενα χαρακτηριστικο που φανερωνει ανθρωπο που αγαπαει το προγραμμα και τις αρχες, εναν ανθρωπο δηλαδη που σπουδασε και εργαστηκε τη σοβιετικης εποχη ως προπονητης ποδοσφαιρου! Καθε γωνια του σπιτιου ειναι στολισμενη και με καποιο ελληνικο ενθυμιο: αγαλματακια, Ακροπολεις, αμφορεις, σημαιουλες ελληνικες! Πράγματα μικρής υλικής αξίας ομως με ενα τεραστιο συμβολικο βαρος και με μια απεραντη συναισθηματικη φορτιση για τον νοικοκυρη του σπιτιου. Όλα με γούστο και φροντίδα βαλμένα αποπνέουν το λεπτό άρωμα της ελληνικής ψυχής το νόστο του Οδυσσέα.

Καθόμαστε, και σε δύο λεπτά το ελληνικό καφεδάκι φτιαγμένο απο τα στιβαρά χέρια του μπαρμπα-Γιωργου, με ενα ποτηρι κρυο νερο με εισαγει στη χρονομηχανη! Στο παλιο κασσετοφωνο ο Νταλαρας ξεκινα το κελεηδημα του:

«Μη μου θυμώνεις μάτια μου

που φεύγω για τα ξένα

πουλί θα γίνω και θα ρθω

πάλι κοντά σε σένα..»

Ένα από τα τραγούδια που με μάτια βουρκωμένα και με τη Σκέψη στην Ελλάδα σιγοτραγουδούσανε οι Πολιτικοί Πρόσφυγες στα σπίτια τους καθότι στις γιορτές είχαν τον Θεοδωράκη και τα Εαμίτικα θούρια.

Μια τεραστια συλλογη απο παλιες ελληνικες κασεττες συνοδευει καθημερινα τον κυρ Γιωργο σε χαρες και λυπες. Ξεκιναμε λοιπον με το φευγιο απο την Πατριδα..

Καλοκαιρι του ’47 και ηδη οι μαχες στα βουνα ηταν σε πληρη εξελιξη. Το Νώτη σκαρφαλωμένο ανάμεσα στην Τζένα (το φυσικό όριο με την Γιουγκοσλαβία) και το Πάικο στα 700 μέτρα Κι αν δεν είδε πολέμους και βιαιότητες το χωριό!! Όπως εξηγεί ο παππούς το Βυζαντινό κάστρο ήταν για αιώνες απόρθητο από τα μανιασμένα κύματα των σλαβικών φύλων. Στο 18ο αιώνα βίαια εξισλαμίσθηκε και με την Ανταλλαγή των πληθυσμών οι Μουσουλμάνοι πλέον κάτοικοί του έφυγαν στην Τουρκία. Τότε ήταν που ο παππούς του κυρίου Γιώργου, ο Μιχαήλ Μιχαηλίδης μαζί με άλλες 180 οικογένειες ήρθαν από τον Πόντο και έδωσαν πνοή στον τόπο. Όχι όμως για πολύ!!

Οι πρόσφυγες προσχώρησαν στο ΕΑΜ και όπως είπαμε το καλοκαίρι το ’47 οι αψιμαχίες ήταν στην περιοχή καθημερινό φαινόμενο.

“Για μας τα παιδιά οι χωροφύλακες ήταν ο μπαμπούλας κρυβόμασταν μέσα στα κοτέτσια και σε σακιά με πατάτες όταν ερχόντουσαν για να συλλάβουν τους αντάρτες. Συχνά, εμας τα τρία μικρά μας στέλνανε πιό χαμηλά στην Αετορράχη και τη Φούστανη για να προφυλαχθούμε καθώς ο πατέρας, η μάνα και η μεγάλη αδερφή βγαίναν στο βουνό. Το Σεπτεμβριο ισα που προλαβαμε να κανουμε 2-3 βδομαδες μαθηματα κι η μανα μας ανακοινωσε πως θα φευγαμε απο το χωριο μας για να σωθουμε απο τον πολεμο. Την αλλη μερα χαραματα καμια 30ρια παιδια του χωριου με την μανα μου και αλλες 4-5 ανταρτισσες ολες οπλισμενες φευγαμε απο τη χωριο.

Που να το φανταστω οτι θα περνουσανε 35 χρονια για να το ξαναδω.

Εγω ημουν τοτε 6 χρονων και σαν μεγαλυτερος ειχα εντολη απο τη μανα μας να κρατω σφιχτα απο το χερι τα αδερφια μου, την τετραχρονη Καλυψω και το διχρονο Ανεστη. Περνοντας το βουνο σε δυο μερες φτασαμε σε ενα μερος, μεσα στη Γιουγκοσλαβια, οπου μας περιμενε λεωφορειο. Απο κει μας πηρανε και μας πηγαν σε μια κωμοπολη του βορρα, στο Μπουλκες. Εκει μειναμε περιπου για ενα χρονο. Στο διαστημα αυτο πολλοι αλλοι Ελληνες και κυριως παιδια κετεφθαναν και ολοι περιμεναμε τον τελικο μας προορισμο. Εγω στα 7 μου χρονια ημουν ο προστατης του υπολοιπου της καποτε οχταμελους οικογενειας μας. Τελικα ηρθε και η σειρα μας και για καλη μας τυχη πηραμε το δρομο για τη Τσεχοσλοβακια. Απο κει και περα ολα μας φαινοντουσαν υπεροχα!

Μας εβαλαν να μεινουμε σε ενα απο τα βασιλικα κτισματα στη … οπου ηταν και το σχολειο μας και μπηκαμε σε ενα προγραμμα ζωης ευρωπαικου επιπεδου. Ζουσαμε σε παλατακι και λιγο λιγο αρχιζαμε να πιστευουμε οτι ειμασταν καποιοι σπουδαιοι! Ειχαμε ελληνιδα δασκαλα και ως ξενες γλωσσες τα ρωσικα και τα τσεχικα. Το πρωι ψαλλαμε και τους τρεις εθνικους υμνους .Ολα αυτα τα χρονια στο σχολειο δεν υπηρξε καμια αποπειρα εκρωσισμου μας. Τα μαθηματα ηταν πολυ ενδιαφεροντα και περαν του κλασσικου προγραμματος μας μαθαιναν να καλλιεργουμε και τον δικο μας λαχανοκηπο. Εμεις ως αγροτοπαιδα το ειχαμε παρει στα σοβαρα και δειχναμε ιδιαιτερη φροντιδα.

Ετσι περασαν τα χρονια, και τελειωνοντας το σχολειο μου ειπαν οτι θα με στειλουν να βρω τη μανα μου, που; στην Τασκενδη! Με αλλα δεκαπεντε αγορια και κοριτσια επειτα απο λεωφορεια και τρενα σε 5 μερες φτασαμε στην Τασκενδη, οπου μας οδηγησαν στον καταυλισμο που μεναν οι δικοι μας! Αυτο για μας ηταν ενα πρωτο σοκ, οι οικογενειες μεναν σε κατι παραπηγματα και μεις βαλαμε τις φωνες, τα κοριτσια κλαιγανε. Ολοι μας θελαμε να γυρισουμε πισω στην Τσεχια, στο παλατακι που μεναμε ολα αυτα τα χρονια! Τελικα μειναμε, το Κομμα ουτε για αστειο δεν ηθελε να ακουσει την επιστροφη μας στην Τσεχοσλοβακια.»

Στα επομενα χρονια ο νεαρος Γιωργος θα τελειωσει μια τεχνικη σχολη που ειχε οργανωθει για τους Ελληνες στο Γιανκι-Γιουλ ως επιπλοποιος και μετα θα τελειωσει την Ακαδημια ως προπονητης ποδοσφαιρου πραγμα με το οποιο και ασχοληθηκε. Το ονειρο του ομως για την Τσεχοσλοβακια δεν ειχε σβησει, τι κι’αν ειχανε περασει πανω απο 10 χρονια «Τα ειχα κανονισει ολα, κινησα θεους και δαιμονες κι εβγαλα την πολυποθητη βιζα.» Κι ενω ολα ηταν ετοιμα, μια αστοχη κινηση εμελε να διαγραψει για παντα το ονειρο του «Η κοπελα η οποια μου εβγαλε τη βιζα ηταν μια ρωσιδα φιλεναδα μου.Πανω στον ενθουσιασμο μου αφηνω στο γραφειο της μια δεσμιδα με ρουβλια. Αυτο ηταν! Την αλλα μερα μου ερχεται μια μηνυση για αποπειρα δωροδοκιας και ετσι ακυρωνεται η βιζα μου».

Μπορει το ονειρο του να εσβησε για παντα, ομως ο κυρ Γιωργος παντα θετικος και με παθος για τη ζωηπου τοω χαρακτηριζει ακομα και σημερα στα 80του χρονια παντρευεται με μια κοπελλα κι’ αυτη ποντιακης καταγωγης. Μαζι κανουν 3 παιδια και φτιαχνουν και υποδειγματικη οικογενεια, παραδειγμα για ολους! Το σπιτι τους παντα ανοιχτο σε ελληνες και ουζμπεκους γειτονες με συχνα γλεντια και τραπεζωματα. Τα χρονια περασανε, η αγαπημενη του γυναικα κοιμηθηκε και τα παιδια φτιαξανε τις δικες τους οικογενεις σε Τασκενδη, Ρωσια και Αμερικη.

Στο σπιτι μονος ζει με τις μνημες «εδω ειναι ο πατερας μου» μας λεει δειχνοντας τη φωτογραφια του πεθερου του. Ενος ανθρωπου που αγαπησε πολυ και οποιος του σταθηκε σαν πατερας καθως ο δικος του εφυγε νωρις. Καλλιτεχνης ξυλουργος αγησε την παρακαταθηκη του στο σπιτι με ομορφα επιπλα και μοναδικα καλλιτεχνηματα απο ξυλο καρυδιας.

Δε χορταινουμε να ακουμε τις διηγησεις του για τις παλιες δοξες του ελληνισμου της Τασκενδης. Μπορει να νοιωθει μοναξια ομως ποτε δεν τον πιανει η μελαγχολια. Παντα ετοιμος να ξεκινησει κατι καινουργιο και παντα ονειρευεται να ξανα γινει ο ελληνικος συλλογος ζωντανος οπως παλια.

Αυτό εκτιμούμε στον κύριο Γιώργο, ότι είναι για μας σαν μια γέφυρα ανάμεσα στο παρελθόν, το σήμερα και το αύριο. Δεν μοιρολογεί για το κατάντημα του Συλλόγου, αντιθετα μας εμψυχώνει και μας δείχνει μία νέα πορεία προς τα μπροστά.

Πώς δηλαδή ο Ελληνικός Σύλλογος θα γίνει πάλι αντάξιος της παλιάς του φήμης και θα ανταποκριθεί στις προσδοκίες της σημερινής κοινωνίας της Τασκένδης!